Θα ξεκινήσουμε προσπαθώντας να εξηγήσουμε τι εννοούμε όταν λέμε ότι ένα άτομο έχει ‘διπλή διάγνωση’. Όταν πρωτοεμφανίστηκε αυτός ο όρος οι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας τον χρησιμοποιούσαν για να περιγράψουν ένα άτομο διανοητικά καθυστερημένο που όμως είχε ταυτόχρονα και ψυχική διαταραχή.
Σήμερα ο όρος αυτός χρησιμοποιείται πολύ διαφορετικά και αναφέρεται σε άτομα που έχουν πρόβλημα κατάχρησης ή εξάρτησης από χημικές ουσίες ενώ ταυτόχρονα έχουν και μια ψυχιατρική διαταραχή.
Τι είναι αυτό που οδήγησε τους επαγγελματίες να ενδιαφερθούν για αυτά τα άτομα και να επαναπροσδιορίσουν τον όρο ‘διπλές διαγνώσεις’ σε σχέση με αυτούς που κάνουν χρήση ουσιών και έχουν ψυχικές διαταραχές;
Ο λόγος είναι απλός. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι κάνουν χρήση διαφόρων ουσιών και δυστυχώς σε όλο και μικρότερες ηλικίες. Οι ουσίες αυτές δεν είναι μόνο παράνομες αλλά και νόμιμα εξελιγμένα προϊόντα της βιοιατρικής όπως για παράδειγμα τα ελαφρά ηρεμιστικά. Όπως λοιπόν, ο γενικός πληθυσμός έχει αυξημένη πρόσβαση σε αυτές τις ουσίες έτσι έχουν πρόσβαση και άτομα με υπάρχουσες σε αυτά ψυχικές διαταραχές.
Και πράγματι όλες οι έρευνες δείχνουν ότι το ρίσκο για τα άτομα με ψυχικές διαταραχές να αποκτήσουν διαταραχή κατάχρησης ουσιών είναι μεγάλο.
Αν προσπαθήσουμε να περιγράψουμε τα άτομα με ‘διπλή διάγνωση’, θα δούμε ότι έχουν σοβαρές δυσκολίες και ανικανότητες. Θα μπορούσαμε να τα περιγράψουμε σαν άτομα που το συνολικό τους πρόβλημα είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των επιμέρους προβλημάτων τους, μια και οι δυο διαταραχές (χρήσης και ψυχιατρική) αναπόφευκτα επιδεινώνουν η μια την άλλη.
Οι έρευνες δείχνουν ότι άτομα με τις δυο διαταραχές επισκέπτονται συχνότερα τα επείγοντα ζητώντας νοσοκομειακή περίθαλψη. Επίσης, δείχνουν ότι αλκοολικοί που έχουν σοβαρή κατάθλιψη θα επιχειρήσουν περισσότερες απόπειρες αυτοκτονίας από τους αλκοολικούς χωρίς κατάθλιψη, ενώ αλκοολικοί με συνυπάρχουσα αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας θα έχουν περισσότερα νομικά και κοινωνικά προβλήματα.
Είναι λοιπόν πολλά τα ερωτήματα που απασχολούν τους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας και στα οποία καλούνται να δώσουν απαντήσεις. Όπως:
– Ποια είναι η σωστή θεραπεία;
– Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το άτομο απέναντι του οφείλονται κυρίως στην χρήση ουσιών ή στην ψυχική του διαταραχή ή και στα δυο;
– Τι είναι προτιμότερο για τον ασθενή του μια ψυχιατρική κλινική ή ένα κέντρο για χημικά εξαρτημένα άτομα;
– Μήπως χρειάζεται εξειδικευμένο πρόγραμμα για άτομα με διπλή διάγνωση και αν ναι, που θα βρεθεί τέτοιο;
Αλλά και αφού απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα οι δυσκολίες συνεχίζονται γιατί είναι πολύ δύσκολο να συμφωνήσει ένα άτομο με διπλή διάγνωση, ή να συμμορφωθεί για θεραπεία.
Όλοι γνωρίζουμε πως όταν ναρκομανείς ή αλκοολικοί ρωτούνται, συχνά δεν παραδέχονται ότι έχουν πρόβλημα κατάχρησης ουσιών ή εξάρτησης, ενώ αντιθέτως ελαχιστοποιούν την χρήση τους και τα επακόλουθά της, ή βρίσκουν ένα σωρό δικαιολογίες για τη συμπεριφορά τους.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα άτομα με ψυχιατρικές διαταραχές τα οποία εκλογικεύουν τις δυσκολίες τους ή κατηγορούν άλλους για αυτές. Έτσι λοιπόν, το άτομο που πάσχει από σχιζοφρένεια και περνάει ένα ψυχωσικό επεισόδιο όπου πιστεύει ότι τον παρακολουθεί η αστυνομία…
Ή το άτομο με μανιακή διαταραχή που πιστεύει ότι είναι super και τέλειος…
Ή το άτομο με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας που λέει: «όλοι κλέβουν αλλά εμένα πιάσανε».
Είναι συνήθως πολύ απρόθυμοι ή ανίκανοι να αναγνωρίσουν ότι χρειάζονται βοήθεια.
Όταν λοιπόν κάποιος προσθέσει τις δυο αυτές διαταραχές (χρήση και ψυχιατρική) τότε έχουμε ένα άτομο με ‘διπλή διάγνωση’ που συνήθως εμφανίζει διπλή άρνηση και μικρότερη προθυμία και ικανότητα να συμμετέχει στη θεραπεία από ότι ένα άτομο με μια μόνο από τις δυο διαταραχές.